Η ολιστική προσέγγιση για τη Δημόσια Υγεία με υιοθέτηση στρατηγικών που υπηρετούν το στόχο μείωσης του καπνίσματος και της οικοδόμησης ενός κόσμου δίχως τσιγάρο, βρέθηκε στο επίκεντρο του webinar που διοργάνωσε η SCOHRE υπό τον τίτλο «Towards a Smoke-free World», με την παρουσία τριών διακεκριμένων Ελλήνων ομιλητών.
«Περισσότερα προϊόντα χαμηλότερου κινδύνου στην αγορά θα κάνουν τα τσιγάρα ξεπερασμένα» όπως διαπιστώνουν οι τέσσερεις ομιλητές του webinar: Andrzej Fal, Θεοκλής Ζαούτης, Karl Erik Lund και Δάφνη Καϊτελίδου, με τον κ. Ζαούτη, να επισημαίνει τον ρόλο των Ινστιτούτων Δημόσιας Υγείας και το πώς μπορούν να υποστηρίξουν στρατηγικές για έναν κόσμο δίχως καπνό.
«Οι οργανισμοί θα μπορούσαν να συλλέγουν και να επεξεργάζονται στοιχεία που αφορούν το κάπνισμα, αλλά και τη χρήση εναλλακτικών προϊόντων» όπως υπογράμμισε ο κ. Θεοκλής Ζαούτης, υπογραμμίζοντας πως «Τα στοιχεία αυτά θα μπορούσαν να αποτελέσουν βάση για το ποιες ομάδες κάνουν χρήση, με ποια συχνότητα κ.ά. Έτσι, οι οργανισμοί δημόσιας υγείας θα μπορούν να πληροφορούν την επιστήμη, την κοινωνία και να παρέχουν την τεκμηρίωση για τις μελλοντικές πολιτικές υγείας. Εάν φανταστούμε τους οργανισμούς αυτούς ως μονάδες επιδημιολογικής επιτήρησης, μπορούμε να έχουμε πολύτιμα στοιχεία για τον επιπολασμό του καπνίσματος».
«Τα τελευταία χρόνια η πανδημία της COVID-19 έχει αναδείξει σε σημαντικότητα τις περιπτώσεις ασθενών με χρόνιες παθήσεις και την επίδραση που έχει στην ποιότητα ζωής τους. Γνωρίζουμε ότι το κάπνισμα είναι ένας από τους κύριους παράγοντες κινδύνου για τις περισσότερες χρόνιες, καρδιαγγειακές, αναπνευστικές παθήσεις κ.λπ. Με αυτό το δεδομένο, ένας κόσμος δίχως καπνό είναι πολύ σημαντικός όσον αφορά την αντιμετώπιση των μολυσματικών ασθενειών. Συνεπώς, πρέπει να αξιοποιήσουμε τα ινστιτούτα Δημόσιας Υγείας ως επιδημιολογικές μονάδες κατά του καπνίσματος».
Μεταξύ άλλων, ο κ. Ζαούτης αναφέρθηκε στα σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα και τη διατροφή που αποτελούν μεγάλο μέρος των πολιτικών πρόληψης που εφαρμόζει ο Εθνικός Οργανισμός Δημόσιας Υγείας, παραλληλίζοντας τη φιλοσοφία της πρόληψης σε θέματα Δημόσιας Υγείας.
«Ξέρουμε ότι η αποχή δεν είναι ένας εφικτός στόχος. Τι κάνουμε λοιπόν όσον αφορά την πρόληψη των σεξουαλικώς μεταδιδόμενων νόσων; Μειώνουμε τη βλάβη ή τον κίνδυνο; Είτε λαμβάνεται PrEP για τον HIV ή φοράτε προφυλακτικό, για την μείωση του κινδύνου. Όσον αφορά τη διατροφή, δεν λέμε στους ανθρώπους να μηδενίσουν τη χοληστερόλη αλλά να την μειώσουν, να τρώνε πιο υγιεινά κ.λπ. Με αυτά τα παραδείγματα, από όλο το φάσμα της δημόσιας υγείας, ουσιαστικά μάθαμε ότι η μείωση του κινδύνου είναι ένα σημαντικό βήμα για την εξάλειψη ή τη μείωση της νοσηρότητας και της θνησιμότητας από οποιαδήποτε από αυτές τις ασθένειες. Καταλαβαίνω ότι χρειαζόμαστε περισσότερα δεδομένα, χρειαζόμαστε καλύτερα δεδομένα σχετικά με την πραγματική μείωση του κινδύνου και τις μακροπρόθεσμες επιπτώσεις ορισμένων από αυτές τις στρατηγικές μείωσης του κινδύνου. Σαφώς η δημόσια υγεία έχει λειτουργήσει με αυτόν τον τρόπο σε πολλούς άλλους τομείς και νομίζω ότι μπορεί να λειτουργήσεις και προς την επίτευξη ενός στόχου για έναν κόσμο δίχως τσιγάρο. Οι πολιτικές μείωσης του κινδύνου πάντοτε συναντούν αντίσταση, όπως σε γνωστές περιπτώσεις προσπαθειών μείωσης του αλατιού και της ζάχαρης, που δέχθηκαν έντονη κριτική» κατέληξε ο κ. Θεοκλής Ζαούτης.
Καλύτερα ενημερωμένοι πολίτες
Την ανάγκη για «Καλύτερα ενημερωμένους πολίτες και περισσότερα δεδομένα που καθορίζουν την αλλαγή συμπεριφοράς» ανέδειξε στην ομιλία της η κ. Δάφνη Καϊτελίδου, καθηγήτρια στο Τμήμα Νοσηλευτικής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου της Αθήνας και πρόεδρος του Εθνικού Οργανισμού Διασφάλισης της Ποιότητας στην Υγεία (ΟΔΙΠΥ) στο πλαίσιο της συζήτησης που συντόνιζε ο κ. Ιωάννης Φαρόπουλος, διευθύνων σύμβουλος του Κέντρου Κλινικής Επιδημιολογίας και Έκβασης Νοσημάτων (CLEO).
Συγκεκριμένα, η κ. Δάφνη Καϊτελίδου, υπογράμμισε την ανάγκη καταγραφής των δεδομένων, καθώς το κάπνισμα παγκοσμίως, στην ΕΕ αλλά και στη χώρα μας σκοτώνει περισσότερους ανθρώπους απ’ ό,τι η ελονοσία και η φυματίωση. Παρόλο που οι αριθμοί των καπνιστών έχουν μειωθεί μετά την εφαρμογή διαφόρων πολιτικών, ο επιπολασμός του καπνίσματος παραμένει υψηλός στις χώρες της ΕΕ και στην Ελλάδα ειδικότερα.
Στη συνέχεια παρουσίασε τα αποτελέσματα μιας μη δημοσιευμένης διεθνούς έρευνας, με την ονομασία PaRIS (Patient-Reported Indicator Survey), σε άτομα που ζουν με χρόνιες παθήσεις και στην οποία συμμετείχε η Ελλάδα.
Το κάπνισμα περιλαμβανόταν ως δείκτης και οι ασθενείς ανέφεραν την εμπειρία τους και τις εκβάσεις υγείας. Σήμερα που παράγεται μια πληθώρα δεδομένων, η Ελλάδα αντιμετωπίζει δύο σημαντικές προκλήσεις, όπως τόνισε η κ. Καϊτελίδου: είναι γεγονός ότι δεν γίνεται συστηματική συλλογή δεδομένων, ούτε και κοινή χρήση των δεδομένων με όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη, ενώ τα δεδομένα δεν ενσωματώνονται στην καθημερινή κλινική πρακτική. Υποστήριξε ότι τα προγράμματα προαγωγής της υγείας θα πρέπει να ευαισθητοποιούν και να ενημερώνουν και ότι θα πρέπει να περιλαμβάνουν συμβουλευτική για τη διακοπή του καπνίσματος με σκοπό τη βελτίωση της ποιότητας της Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας, καθώς και εξατομικευμένα προγράμματα για ευάλωτες ομάδες. Για να επιτύχουμε έναν κόσμο χωρίς τσιγάρο –κατέληξε– θα πρέπει να παρακολουθούμε τη συνήθεια του καπνίσματος, έτσι ώστε να σχεδιάσουμε βασισμένες σε στοιχεία πολιτικές ελέγχου του καπνού και να αναπτύξουμε διατομεακές συνεργασίες μεταξύ κυβερνητικών, εθνικών και διεθνών φορέων για να αντιμετωπίσουμε τις προκλήσεις.
Ζητήματα ετοιμότητας
Στη συζήτηση που ακολούθησε τέθηκε το θέμα της ετοιμότητας την επερχόμενη δέκατη συνεδρίαση της Διάσκεψης Συμβαλλόμενων Μερών (COP10) της Σύμβασης-Πλαισίου του ΠΟΥ για τον Έλεγχο του Καπνίσματος, που θα λάβει χώρα στον Παναμά, προκειμένου να αναδειχθούν τα οφέλη των πολιτικών μείωσης της βλάβης από το κάπνισμα στον ΠΟΥ.
«Είναι οι ευρωπαϊκές πολιτικές ευθυγραμμισμένες με τον στόχο για μια Ευρώπη χωρίς τσιγάρο;» όπως τόνισε από πλευράς του ο κ. Karl Erik Lund, αντιπρόεδρος της SCOHRE και Senior Researcher στο Ινστιτούτο Δημόσιας Υγείας στη Νορβηγία, στην ομιλία του, επισημαίνοντας ότι στις σημερινές κοινωνίες «έχουμε οριακά αποτελέσματα από την εντατικοποίηση των κλασικών όπλων για τον έλεγχο του καπνίσματος».
«Οι καπνιστές, πρόσθεσε, έχουν αλλάξει και εμφανίζουν πλέον άλλα χαρακτηριστικά από αυτά στα οποία στοχεύαμε με τα παραδοσιακά εργαλεία πριν από μερικές δεκαετίες, ενώ οι στρατηγικές μας παρέμειναν αμετάβλητες». Τα βασικά στοιχεία της νεότερης στρατηγικής Μείωσης της Βλάβης από το Κάπνισμα είναι η διαθεσιμότητα εναλλακτικών λύσεων έναντι του τσιγάρου, η ρύθμιση των προϊόντων κατ’ αναλογία με τον κίνδυνο (π.χ. φορολόγηση), η ενημέρωση για τη διαφορά κινδύνου μεταξύ των καπνικών προϊόντων και η παροχή συμβουλών προς τους καπνιστές να μεταβούν σε εναλλακτικά προϊόντα. Όπως δήλωσε, «Ας αφήσουμε να διατεθούν περισσότερα προϊόντα χαμηλού κινδύνου στην αγορά, ώστε να πετύχουμε τα τσιγάρα να καταστούν παρωχημένα».
Όπως εξήγησε ο κ. Karl Erik Lund, υπάρχουν δύο κατευθύνσεις στην Ευρώπη. Οι «υπέρμαχοι των καθαρών λύσεων», που πιστεύουν ότι στόχος μας θα πρέπει να είναι μια κοινωνία χωρίς νικοτίνη, ότι ο εθισμός στη νικοτίνη δεν είναι αποδεκτός και, επομένως, ο τελικός στόχος της πολιτικής μας θα πρέπει να είναι μια κοινωνία χωρίς νικοτίνη και ότι δεν μπορούμε να εμπιστευόμαστε τη βιομηχανία της νικοτίνης.
Από την άλλη πλευρά, υπάρχουν οι «ρεαλιστές», οι οποίοι πιστεύουν ότι κύριος στόχος μας θα πρέπει να είναι η μείωση των νοσημάτων που σχετίζονται με το κάπνισμα, ότι η ψυχαγωγική χρήση της νικοτίνης θα υπάρχει πάντα και ότι είναι αποδεκτή εάν ο κίνδυνος για την υγεία είναι χαμηλός.
Κατά τη γνώμη τους, υπάρχει τεράστια διαφορά κινδύνου μεταξύ των διαφόρων προϊόντων, ενώ επίσης τα νέα προϊόντα θα μπορούσαν να επικρατήσουν έναντι των τσιγάρων και να τα εκτοπίσουν από την αγορά. Ο Dr Lund επέμεινε στη σημασία της εκπαίδευσης των χρηστών και της ενημέρωσης των καπνιστών αναφορικά με τον σχετικό κίνδυνο. Κατέληξε λέγοντας ότι η Μείωση της Βλάβης από το Κάπνισμα θα πρέπει να είναι μια συμπληρωματική στρατηγική για τη μείωση της επιδημίας του καπνίσματος.
Φορολογικά εργαλεία και κάπνισμα
Ο Καθηγητής Andrzej Fal, πρόεδρος της Πολωνικής Εταιρείας Δημόσιας Υγείας, επικεφαλής του Τμήματος Αλλεργιολογίας, Νοσημάτων του Πνεύμονα και Παθολογίας και διευθυντής του Ινστιτούτου Ιατρικής Επιστήμης της Πολωνίας, στην ομιλία του με τίτλο «Πώς μπορούν τα φορολογικά εργαλεία να συμβάλουν στην αντιμετώπιση της εξάπλωσης του καπνίσματος ώστε να οδηγηθούμε προς έναν κόσμο χωρίς τσιγάρο;» δήλωσε ρητά: «Στόχος μας θα πρέπει να είναι να σταματήσουν οι άνθρωποι να αγοράζουν τσιγάρα ή, αν έχουμε δύο προϊόντα διαφορετικού κινδύνου, να καταστήσουμε περισσότερο διαθέσιμο το προϊόν με τον μικρότερο κίνδυνο!».
Όπως έχει επίσης δηλώσει στο παρελθόν, «Μικρότερη βλάβη, μικρότερος φόρος» στην ομιλία του επεσήμανε ότι «Θα πρέπει να χρησιμοποιήσουμε τα φορολογικά εργαλεία γιατί η πρόληψη μέσω της φορολογίας έχει αποδειχθεί ότι έχει καλή σχέση κόστους-αποτελεσματικότητας στο Ηνωμένο Βασίλειο, στη Σουηδία και στις ΗΠΑ. Οι υπουργοί οικονομικών που φοβούνται μήπως χάσουν τον ειδικό φόρο κατανάλωσης όταν εξετάζουν τον προϋπολογισμό του επόμενου έτους, απλά παραβλέπουν τις μακροπρόθεσμες επιπτώσεις στον προϋπολογισμό για την υγεία. Ο χαμένος ειδικός φόρος κατανάλωσης στον προϋπολογισμό του επόμενου έτους είναι ψίχουλα…», κατέληξε.
Το κάπνισμα τσιγάρου είναι ένας καλά τεκμηριωμένος παράγοντας κινδύνου για αρκετές σοβαρές παθήσεις, όπως καρκίνο, καρδιαγγειακή νόσο και χρόνιες νόσους του αναπνευστικού.
Η διακοπή του τσιγάρου είναι ο καλύτερος τρόπος για να περιοριστούν οι βλάβες στην υγεία. Ωστόσο, μόνο 30-40% των καπνιστών κόβουν με επιτυχία το κάπνισμα (συμπεριλαμβανομένων αυτών που λαμβάνουν ψυχολογική και φαρμακολογική υποστήριξη). Η μείωση της βλάβης είναι ένα σημαντικό εργαλείο για αυτούς που δεν καταφέρνουν να διακόψουν το κάπνισμα. Η φορολόγηση μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως ένα δημοσιονομικό εργαλείο στην πολιτική υγείας, τόνισε.
Πολιτικές μείωσης της βλάβης από το κάπνισμα
Ο Καθηγητής Fal πρότεινε ότι όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη θα πρέπει να ενώσουν τις δυνάμεις τους και να καλέσουν επειγόντως τους εκπροσώπους της ΕΕ να συζητήσουν για τις βέλτιστες πρακτικές με τις κυβερνήσεις τους. Ο κ. Φαρόπουλος τόνισε ότι θα πρέπει να υπάρχει μια ενιαία προσέγγιση εκ μέρους της ΕΕ στην COP10, αξιοποιώντας τα καλά αποτελέσματα που πέτυχαν χώρες όπως η Νορβηγία και η Σουηδία, οι οποίες εφαρμόζουν πολιτικές μείωσης της βλάβης από το κάπνισμα. Ο Dr Lund απέδωσε την προκατάληψη του ΠΟΥ απέναντι στα εναλλακτικά προϊόντα καπνού στην προηγούμενη κακή εμπειρία με τα τσιγάρα χαμηλής νικοτίνης και τα φίλτρα, στην αντίληψη ότι πίσω από όλα τα εναλλακτικά προϊόντα κρύβεται η βιομηχανία του καπνού και, τέλος, στην επιθυμία να επιδείξει ο ΠΟΥ καθαρότητα απόψεων και τελειότητα.
Αναφορικά με το ερώτημα του πότε θα μπορούμε να έχουμε ισχυρά στοιχεία για τη νοσηρότητα και τη θνητότητα με τα εναλλακτικά προϊόντα καπνού, ο κ. Fal υποστήριξε ότι δεν μπορούμε να περιμένουμε 10-15 χρόνια για τα αποτελέσματα των ερευνητών, αλλά μπορούμε να αντιμετωπίσουμε τα εναλλακτικά προϊόντα με μια καλά τεκμηριωμένη προσέγγιση. Τόνισε ότι θα μπορούσαμε να βασίσουμε τις πολιτικές μας στο γεγονός ότι τα εναλλακτικά προϊόντα καπνού παρέχουν έναν αναμφίβολα μειωμένο κίνδυνο για τους παθητικούς καπνιστές. Ο Dr. Lund υπογράμμισε ότι υπάρχουν επιδημιολογικά δεδομένα από τη Νορβηγία και τη Σουηδία για το snus, το οποίο χρησιμοποιείται ευρέως από τη δεκαετία του 1970.
Η κ. Καϊτελίδου πρότεινε την εφαρμογή συστηματικών και τακτικών ενεργειών προαγωγής της υγείας, δεδομένου ότι οι ενημερωτικές εκστρατείες δεν έχουν τα αναμενόμενα αποτελέσματα. Ο Dr. Lund συνόψισε τα κύρια σημεία της συζήτησης: για να πειστούν οι καπνιστές για τη μείωση του κινδύνου θα πρέπει να υπάρχουν διαφορές στις τιμές μεταξύ των συμβατικών προϊόντων καπνού και των ενναλακτικών προϊόντων, νομοθετικό πλαίσιο που να λαμβάνει υπόψιν τον κίνδυνο του κάθε προϊόντος και εκπαίδευση σχετικά με τα εναλλακτικά προϊόντα. Πρότεινε, τέλος, οι πληροφορίες σχετικά με τη μείωση της βλάβης να περιλαμβάνονται στη συσκευασία των τσιγάρων, έτσι ώστε μόνο οι καπνιστές να έχουν πρόσβαση σε αυτές.