Οι πόροι που διατίθενται στην υγεία δεν αποτελούν κόστος αλλά επένδυση

0

 Ιωάννης Υφαντόπουλος

 Ακαδημαϊκός Συντονιστής MBA-University of Athens στη Διοίκηση Υπηρεσιών Υγείας και Προέδρος του ΙΠΟΚΕ Ερευνητικού Κέντρου

Συνέντευξη: Κοσμάς Ζακυνθινός

 

Η Ελλάδα αποτελεί την «Πρώτη Χώρα» στην Ευρωπαϊκή Ένωση με τις μεγαλύτερες ανισότητες σε θέματα Υγείας, όπως τονίζει ο κ. Ιωάννης Υφαντόπουλος, καθώς το 1,2% των πλουσιότερων Ελλήνων δηλώνουν προβλήματα στην πρόσβαση, έναντι του 17,2% των φτωχότερων τάξεων. Μάλιστα, όπως σημειώνει «Το χάσμα ανάμεσα στους πλούσιους και τους φτωχούς είναι υπερ-πενταπλάσιο, σε σχέση με τον μέσο όρο της Ευρώπης»


Κύριε Υφαντόπουλε, η Ελλάδα διαχρονικά βρίσκεται στην τελευταία θέση των χωρών της Ευρώπης όσον αφορά την ικανοποίηση των αναγκών των ασθενών. Στην πρόσφατη μελέτη σας, αποτυπώνεται ότι το 45% των Ελλήνων δηλώνουν ικανοποίηση από το σύστημα υγείας, έναντι του 96,5% των Ελβετών. Μήπως είναι λίγο υπερβολική αυτή η σύγκριση; Τι συμβαίνει με τις άλλες χώρες;

Πολυάριθμες έρευνες που εκπονήθηκαν διαχρονικά με στόχο την μέτρηση της ικανοποίησης των Ευρωπαίων πολιτών από το σύστημα υγείας τους, κατέδειξαν ότι οι Έλληνες δηλώνουν τη χαμηλότερη ικανοποίηση. Το συμπέρασμα αυτό προκύπτει από διαφορετικές έρευνες του Ευρωβαρόμετρου, του ΟΟΣΑ του ΠΟΥ του Πανεπιστημίου Αθηνών και επιβεβαιώνεται από μελέτες κοινής γνώμης (Gallops). Από τις έρευνες του ΟΟΣΑ προκύπτει ότι το 2020 μόλις το 38% των Ελλήνων δήλωσαν ικανοποίηση από το σύστημα υγείας έναντι του 71% του μέσου όρου του ΟΟΣΑ. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα μιας πρόσφατης έρευνας που έγινε από το ΙΠΟΚΕ ερευνητικό κέντρο (www.ipoke.gr) και παρουσιάσθηκαν σε διαφορετικές διεθνείς συναντήσεις στην Ελλάδα, στη Πολωνία, στη Ρουμανία, στη Μάλτα συζητηθούν στο European Health Forum στην Αυστρία, εκτιμήθηκε ότι το 45% των Ελλήνων δηλώνουν ικανοποίηση από το σύστημα υγείας έναντι του 96,5% των Ελβετών, το 94% των Δανών και το 91% των Ισπανών.

Οι πιθανοί παράγοντες που συμβάλλουν στην διαφοροποιήσεις αυτές αποδίδονται σε ιστορικά, οργανωτικά, διοικητικά, οικονομικά και πολιτισμικά αίτια. Συνήθως, στις έρευνες ικανοποίησης καταγράφεται μια συστηματική «υπερεκτίμηση» των βορείων ευρωπαϊκών κρατών από έρευνες ικανοποίησης σε σχέση με τις νότιες χώρες της Ευρώπης.

Για την περίπτωση της Ελλάδος θα πρέπει να αναφερθεί ότι τόσο στις έρευνες του ΟΟΣΑ καθώς και σε άλλες έρευνες που έχουν εκπονηθεί από διεθνείς οργανισμούς η Ελλάδα παρουσιάζεται στην χαμηλότερη ιεραρχική κλίμακα ικανοποίησης των πολιτών, όχι μόνο για το σύστημα υγείας αλλά γενικότερα και για τα συστήματα κοινωνικής πρόνοιας και κοινωνικών παροχών.

Στη χώρα μας συζητάμε για διαχρονικά «αγκάθια» που είναι δισεπίλυτα, αφήνοντας καθηλωμένα τα πράγματα στα όσα γνωρίζουμε έως τώρα. Ποια είναι τα προβλήματα αλλά και οι λύσεις;

Αναλυτικότερα για την περίπτωση της Ελλάδος θα μπορούσαμε να αναφέρουμε ενδεικτικά κάποια διαχρονικά «αγκάθια / προβλήματα» που παραμένουν άλυτα, λόγω έλλειψης ενός συστήματος καταγραφής και αξιολόγησης των αναγκών υγείας, αναποτελεσματικής διαχείρισης των πόρων και γενικότερα την έλλειψη μια ενιαίας διακομματικής και διατομεακής συνεργασίας στον τομέα της υγείας.

Σε μια προσπάθεια απαρίθμησης των προβλημάτων αυτών θα μπορούσαμε να αναφέρουμε τα παρακάτω:

Χρόνια Υγιούς επιβίωσης

Ένας σημαντικός δείκτης της ευεξίας και της ευημερίας μιας χώρας είναι τα έτη υγιούς επιβίωσης. Κατά την περίοδο έξαρσης της οικονομικής κρίσης και ιδιαίτερα την δεκαετία 2006-2015 η Ελλάδα έχασε 3,4 χρόνια υγιούς επιβίωσης. Στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ο μέσος Ευρωπαίος (ΕΕ-27) την ίδια περίοδο κέρδισε 2,4 χρόνια. Αξίζει να σημειωθεί ότι στην Κύπρο, που αντιμετώπισε επίσης μια σημαντική οικονομική κρίση όπως και η χώρα μας, το κέρδος ζωής σε όρους υγιούς επιβίωσης ανήλθε σε 7 χρόνια. Η Ελλάδα και η Κύπρος είναι δυο χώρες που πέρασαν μια σημαντική οικονομική κρίση, με τις ανάλογες επιπτώσεις στην οικονομία και στην κοινωνία. Ωστόσο, η Ελλάδα υστερεί ως προς την Κύπρο και αποκλίνει σημαντικά από τον μέσο όρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η απόκλιση αυτή καταγράφεται ως ένα «χάσμα» 5,6 χρόνων από τον μέσο όρο ΕΕ-27 και 10,4 χρόνια από την Κύπρο. Ενδιαφέρουσα είναι η μελέτη των διαφορετικών τάσεων, αλλά κυρίως και ως προς την διαφορετική τάση. Δηλαδή θετικοί αυξητικοί ρυθμού στην ΕΕ-27 και την Κύπρο και αρνητική τάση στην Ελλάδα με σημαντικές αποκλίσεις.

Ανικανοποίητες Ανάγκες

Η διασφάλιση της πρόσβασης όλων των πολιτών στις υπηρεσίες υγείας αποτελεί μια από τις θεμελιακές αρχές του Ευρωπαϊκού Υγειονομικού μοντέλου. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας «προσκαλούν» τις Χώρες-Μέλη να υιοθετήσουν εναρμονισμένες πολιτικές για την μείωση των ανισοτήτων στην υγεία. Η χώρα μας, σύμφωνα με τα πορίσματα των μελετών του ΙΠΟΚΕ ερευνητικού κέντρου και του MBA-University of Athens, παρουσιάζει τις μεγαλύτερες ανισότητες στην πρόσβαση και στην ικανοποίηση των υγειονομικών αναγκών στην Ευρώπη. Εξετάζοντας τη διαχρονική εξέλιξη των ανικανοποίητών υγειονομικών αναγκών στην Ελλάδα σε σχέση με τον μέσο όρο της Ευρώπης (ΕΕ-27), για την περίοδο πριν από την οικονομική και μετα την οικονομική κρίση, παρατηρούμε τρείς σημαντικές περιόδους. Η πρώτη περίοδος 2008-2010 (πριν την κρίση) το 4% των Ελλήνων δήλωνε ανικανοποίητες ανάγκες, έναντι του 2% του μέσου όρου των Ευρωπαίων. Τη δεύτερη περίοδο (2011-2016) της οικονομικής κρίσης, οι ανικανοποίητες ανάγκες στην χώρας μας εκτοξευθήκαν στο 12%, έναντι 1.7% των Ευρωπαίων. Ευτυχώς κατά την περίοδο 2017-2022, η Ελλάδα παρουσιάζει σημαντική σύγκλιση προς τον ευρωπαϊκό μέσο των Χωρών-Μελών (ΕΕ-27) με σημαντική μείωση των ανικανοποίητων αναγκών. Η διαφορά, ωστόσο από τον μέσο όρο της Ευρώπης εξακολουθεί να παραμένει υψηλή, καταγράφοντας 5.7% των Ελλήνων ανικανοποίητες ανάγκες, έναντι 1% των Ευρωπαίων.

Ανισότητες ως προς την πρόσβαση

Πέρα από το υψηλό ποσοστό ανικανοποίητων αναγκών στην Ελλάδα θα πρέπει να επισημάνουμε ότι η χώρα μας παρουσιάζει, σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat (Ευρωπαϊκής Στατιστικής Υπηρεσίας), το μεγαλύτερο χάσμα ανάμεσα στους πλούσιους και τους φτωχούς ως προς την πρόσβαση στις υπηρεσίες υγείας. Ως εκ τούτου, η Ελλάδα αποτελεί την «Πρώτη Χώρα» στην Ευρωπαϊκή Ένωση με τις μεγαλύτερες ανισότητες. Το 1,2% των πλουσιότερων Ελλήνων δηλώνουν προβλήματα στην πρόσβαση, έναντι του 17,2% των φτωχότερων τάξεων. Το χάσμα ανάμεσα στους πλούσιους και τους φτωχούς είναι υπερ-πενταπλάσιο, σε σχέση με τον μέσο όρο της Ευρώπης.

Άτυπες Πληρωμές

Το υψηλό ποσοστό των ιδιωτικών δαπανών υγείας που καταγράφεται στη χώρα μας έχει σημαντικές επιπτώσεις στην ευημερία των νοικοκυριών, δημιουργώντας προβλήματα πρόσβασης, αύξησης των κοινωνικό-οικονομικών ανισοτήτων, καθώς και των καταστροφικών δαπανών που εμπίπτουν ιδιαίτερα στις χαμηλότερες κοινωνικό-οικονομικές τάξεις. Στη χώρα μας πολλές έρευνες έχουν καταγράψει το φαινόμενο της διαφθοράς και των άτυπων πληρωμών στον τομέα της υγείας. Όπως παρουσιάζεται στις έρευνες αυτές, οι χαμηλότερες οικονομικές ομάδες και οι φτωχοί τείνουν να δίνουν «φακελάκι» προκειμένου να εξασφαλίσουν καλύτερη ή ταχύτερη πρόσβαση στο σύστημα υγείας. Η πρόσφατη έρευνα του Ευροβαρόμετρου που δημοσιεύτηκε τον περασμένο Ιούλιο καταγραφεί ότι 9 στους 10 Έλληνες πιστεύουν ότι στην Ελλάδα «κυριαρχεί» το φακελάκι. Σε δημοσίευση του περιοδικού The Doctor τον Ιούλιο/ Σεπτέμβριο του 2022 (Τεύχος 47) αναφέρεται ότι το «Φακελάκι Ζει και Βασιλεύει». Όπως δήλωσε ο Πρώην Γενικός Γραμματέας του Υπουργείου Υγείας κ. Κωτσιόπουλος “έχουμε ηθική υποχρέωση να αλλάξουμε τα πράγματα…. να φτιάξουμε ένα σύγχρονο διαφανές σύστημα υγείας». Οι άτυπες πληρωμές και η έλλειψη διαφάνειας συνδέεται με το οικονομικό, το οργανωτικό και θεσμικό πλαίσιο του ΕΣΥ. Η υποχρηματοδότηση του ΕΣΥ καθώς και οι στρεβλώσεις στην κατανομή των πόρων ανάμεσα στην νοσοκομειακή και πρωτοβάθμια περίθαλψη, αποτελούν χρόνια προβλήματα και επιζητούν άμεσες λύσεις. Ο επερχόμενος ψηφιακός μετασχηματισμός στο τομέα της υγείας αναμένεται να συμβάλει στην διαφάνεια και να βελτιώσει σημαντικά την διακυβέρνηση του κράτους.

Η επένδυση στην υγεία αυξάνει σημαντικά την ευημερία των πολιτών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των Ελλήνων. Παρόλα αυτά η κατάσταση γιατί δεν φαίνεται να αλλάζει;

Οι πόροι που διατίθενται στην υγεία δεν αποτελούν κόστος αλλά μια επένδυση του κράτους προς τους πολίτες του. Η επένδυση αυτή, συμβάλλει στην καλύτερη απασχόληση, στην αύξηση της παραγωγικότητας, στην οικονομική ανάπτυξη και κυρίως στην γενικότερη ευημερία και ευεξία των πολιτών. Για τον λόγο αυτό τα θέματα υγείας αποτέλεσαν την πρώτη προτεραιότητα στην διαμόρφωση των αναπτυξιακών στρατηγικών σχεδίων των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Στα πρόσφατα ευρωπαϊκά συνέδρια, στην Μάλτα, στην Πολωνία, στην Ρουμανία και στην Ελλάδα συζητήθηκαν τα θέματα αυτά και επισημάνθηκε η υποχρηματοδότηση των συστημάτων υγείας που υπάρχει στην Ελλάδα, καθώς και στις χώρες της Πρώην Ανατολικής Ευρώπης. Οι χώρες αυτές (πλην της Ελλάδος) επέτυχαν την τελευταία δεκαετία μια σημαντική οικονομική ανάπτυξη με εντυπωσιακούς ρυθμούς οικονομικής σύγκλισης, ωστόσο η ανάπτυξη αυτή και η σύγκλιση δεν επιτεύχθηκε στον τομέα της υγείας. Αξίζει να επικεντρωθούμε στην Ελλάδα και να παρουσιάσουμε τα προβλήματα δημόσιας υποχρηματοδότηση, ιδιωτικών/ καταστροφικών δαπανών και στρέβλωσης στην κατανομή των δαπανών υγείας.

Δημόσια υποχρηματοδότηση

Η Ελλάδα χαρακτηρίζεται διαχρονικά από τις μεγαλύτερες υποχρηματοδοτήσεις του συστήματος υγείας σε σχέση με τον μέσο όρο των 27 χωρών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ-27). Η μέση δημόσια κατά κεφαλή δαπάνη στις Χώρες της Ευρώπης ΕΕ-27 αυξήθηκε την τελευταία δεκαετία κατά 15.3%, ενώ στην Ελλάδα αντί για αύξηση παρατηρήθηκε μείωση κατά 32,5%. Επιπλέον, μια σημαντική παράμετρος της δημόσιας υποχρηματοδότησης του συστήματος υγείας στη χώρα μας είναι η αναφορά στο ποσοστό του ΑΕΠ που διατίθεται για την υγεία. Το ποσοστό αυτό απεικονίζει την προτεραιότητα που δίνει κάθε χώρα της ΕΕ-27 στον τομέα της υγείας. Την τελευταία δεκαετία οι Χώρες της ΕΕ-27 διέθεταν κατά μέσο όρο το 8% του ΑΕΠ για τον δημόσιο τομέα της υγείας τους. Οι Χώρες της Νότιας Ευρώπης (πλην της Ελλάδος) διέθεταν το 6.5% του ΑΕΠ. Η χώρα μας σε αντίθεση με την γενικότερη Ευρωπαϊκή και Νότιο-Ευρωπαϊκή τάση απέκλινε από τις χώρες αυτές, μειώνοντας το ποσοστό του ΑΕΠ από 6.4% το 2009 στο 4.7% το 2019. Δηλαδή ένα χάσμα στην δημόσια υποχρηματοδότηση που ανήλθε στο 3.3% του ΑΕΠ. Ευτυχώς, από το 2019 και μετέπειτα η κατιούσα τάση στη χρηματοδότηση του δημόσιου τομέα της υγείας αποκαταστάθηκε με μια μικρή αύξηση της δημόσιας χρηματοδότησης σε ποσοστό του ΑΕΠ.

Στρεβλώσεις στην κατανομή των δαπανών υγείας

Η χώρα μας παρουσιάζει μια από τις μεγαλύτερες στρεβλώσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης ως προς την ισόρροπη κατανομή των πόρων και του υγειονομικού δυναμικού της. Έχουμε τους περισσότερους ιατρούς και τους λιγότερους νοσηλευτές. Η κατανομή αυτή συμβάλλει σημαντικά στην αναποτελεσματικότητα του συστήματος και στην ανορθολογική διαχείριση και παραγωγή των υπηρεσιών υγείας. Επιπλέον μια άλλη δυσμενής «πρωτιά» της Ελλάδας σε σχέση με την Ευρωπαϊκή Ένωση, είναι η διάθεση του μεγαλύτερου ποσοστού των δαπανών υγείας για νοσοκομειακή περίθαλψη και το χαμηλότερο ποσοστό για πρωτοβάθμια υγεία. Επιπλέον, παρά την αυξημένη γήρανση του πληθυσμού στη χώρα μας, διαθέτουμε μόλις το 0.14% του ΑΕΠ για μακροχρόνια περίθαλψη, έναντι του 1.81% του ΑΕΠ του μέσου όρου των ΕΕ-27. Οι χώρες της Βόρειας Ευρώπης δίνουν μεγαλύτερη έμφαση στην μακροχρόνια περίθαλψη, διαθέτοντας το 2.3% με 2.5% του ΑΕΠ τους.

Το τελευταίο διάστημα ανοίγει και πάλι ένα μεγάλο κεφάλαιο που κάνει λόγο για «κλιματική αλλαγή και ανισότητες υγείας». Ποιες οι προβλέψεις σας;

Κατά την προηγούμενη δεκαετία, είχαμε επικεντρώσει τη συζήτησή μας στα φαινόμενα της κλιματικής αλλαγής και μελετήσαμε διάφορα σενάρια μετριασμού των επιπτώσεων της.

Η κλιματική αλλαγή έγινε σύντομα κλιματική κρίση και πρόσφατα στη χώρα μας, γνωρίσαμε την κλιματική κατάρρευση. Εύστοχα ο Γενικός Γραμματέας των Ηνωμένων Εθνών, Αντόνιο Γκουτέρες, υποστήριξε ότι η κλιματική αλλαγή είναι η «μοναδική μεγαλύτερη απειλή για την υγεία που αντιμετωπίζει η ανθρωπότητα».

Οι ανισότητες που δημιουργεί η κλιματική αλλαγή θα είναι ακόμα πιο επώδυνες. Οι χαμηλότερες κοινωνικοοικονομικά τάξεις που διαβιούν σε ανασφαλείς γειτονιές, σε κακής ποιότητας κατοικίες και σε υποβαθμισμένο φυσικό περιβάλλον, με περιορισμένη πρόσβαση στις υπηρεσίες υγείας και σε ποιοτική εκπαίδευση, αντιμετωπίζουν υψηλότερους κινδύνους ασθένειας φτώχειας και κοινωνικού αποκλεισμού. Η Έκθεση του 2022 του ΟΗΕ για την παγκόσμια ανισότητα επεσήμανεσ ότι το 76% του παγκόσμιου πλούτου ανήκει στο πλουσιότερο 10% του πληθυσμού. Το 50% των κατοίκων του πλανήτη κατέχει μόλις το 2% του παγκόσμιου πλούτου. Οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής θα συμβάλλουν στην επιδείνωση των κοινωνικό-οικονομικών ανισοτήτων. Τα Ηνωμένα Έθνη και οι Διεθνείς Οργανισμοί εκτιμούν ότι η κλιματική αλλαγή και οι ανισότητες υγείας δεν είναι αναπόφευκτες. Ωστόσο, απαιτούν τολμηρή ηγεσία και αλλαγές στις πολιτικές προτεραιότητες. Στην περίπτωση της Ευρώπης η κλιματική δικαιοσύνη μπορεί να οικοδομηθεί πάνω σε ένα νέο όραμα διακρατικής και διεπιστημονικής συνεργασίας.

Ποιες είναι οι προτάσεις σας για την ενίσχυση του τομέα Υγείας – Φαρμάκου, την προσέλκυση επενδύσεων, μείωση της ανεργίας και επακόλουθα στην ευημερία των πολιτών;

Ζούμε σε μια ψηφιακή εποχή και διανύουμε την 4η Βιομηχανική Επανάσταση στους τομείς της εργασίας, της οικονομίας και της υγείας. Ο ψηφιακός μετασχηματισμός αποτελεί μια ιστορική αναγκαιότητα. Υπάρχουν πολλές ευκαιρίες ανάπτυξης σε πολλούς τομείς της υγείας, της φαρμακοβιομηχανίας και της επιχειρηματικής δραστηριότητας.

Η πρόκληση του ψηφιακού μετασχηματισμού αναπτύσσεται σήμερα σε μια παγκοσμιοποιημένη μορφή πολλαπλής συνεργασίας, συλλογικότητας και συνεταιριτικότητας των διαφόρων φορέων ανάμεσα στην Πολιτεία στα πανεπιστήμια και στις επιχειρήσεις.

Ο ψηφιακός μετασχηματισμός στον τομέα της υγείας μπορεί να συμβάλλει στην μεγαλύτερη διαφάνεια, στην πάταξη της γραφειοκρατίας και στην αποδοτικότερη διακυβέρνηση του κράτους διασφαλίζοντας νέες ευκαιρίες και προκλήσεις για τις επερχόμενες γενεές.

 

Share.

About Author

JP Communications

Comments are closed.